Category: Περί ανέμων γράφω
Αναμένοντας στην πόρτα για την δίκη
– Αντιλαμβάνεσαι που βρίσκεσαι; – Ναι. – Πιστεύεις ότι ξέρω τα πάντα για ‘σένα; – Δεν ξέρω. Ίσως. Nα είμαι ειλικρινείς, δεν πιστεύω σε τέτοια. – Ήσουν θρήσκος; – Κάποτε
Απλά δεν πίστευα
Το πρωί ξυπνούσα, ντυνόμουν με την ησυχία μου έβγαινα έξω περίμενα στην στάση. Τα μικρά, συνήθως κοιμόντουσαν. Κάποτε με έπαιρναν είδηση, ξυπνούσαν. Αυτός, έτρεχε ξοπίσω μου με τραβούσε απ’ τα
Ποτέ οι άνθρωποι δεν ήταν ίσοι
Ποτέ οι άνθρωποι δεν ήταν ίσοι, ποτέ. Γεννιόμαστε ίσοι, αλλά μόνο για μια στιγμή. Αμέσως, η χώρα, η γειτονιά, το θρήσκευμα, ο βίος των γονέων σου, καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό
Κουράστηκες, το ξέρω
Έρχεσαι στο σπίτι από μια άσχημη μέρα. Στον καναπέ σκέφτεσαι πόσο χάλια είναι η ζωή σου. Τα παιδιά δεν σου δίνουν σημασία γιατί απλά δεν τους δίνεις και ‘συ. Δεν
Με κουράζει
Ήρθα για καφέ. Κάθισα. Έπιασα πάλι το κινητό. Το κρατάνε και οι δίπλα. Όλοι, με ένα κινητό. Διαβάζω τις ίδιες ειδήσεις, ξανά και ξανά. Κάθε μέρα τα ίδια. Αλλά δεν
Θέλω να είμαι το σκυλί σου
Θέλω να είμαι το σκυλί σου Να μου φωνάζεις και να ‘ρχομαι Να με περιμένεις, με τα λαμπερά σου μάτια και εγώ να τρέχω σαν τρελλός να σε περιμένω και
Φεύγω, συγνώμη
Συγνώμη που σε πλήγωσα. Αλήθεια. Αλλιώς τα είχα στο νου μου. Δάνεια, υποχρεώσεις, παιδιά, έξοδα… Αλήθεια, συγνώμη. Δεν είμαι για τέτοια. Αλλιώς φανταζόμουν τον έρωτα, την οικογένεια.
Χαμένος στο λαβύρινθο
Πίστευα ότι κρατούσα κάτι, στα χέρια μου πριν αντιληφθώ ότι χάθηκε, ξαφνικά. Μου έτυχε τρείς φορές. Έψαξα παντού, με όλους τους τρόπους. Τα έβρισκα στο μυαλό μου, πουθενά