Μικρά που έμειναν στο Περιθώριο

Category: Περί ανέμων γράφω

Η παιδεία, ο Νίτσε και ο Καβάφης

Η λέξη παιδεία μας έρχεται από το ρήμα παιδεύω που μας δίνει την λέξη παις, παιδί. Αρχικά σήμαινε ανατρέφω, μορφώνω αλλά επειδή η εκπαίδευση συνοδευόταν από τιμωρίες και ξύλο, ήδη

Άνθρωπος είσαι

Φτάνεις σε ένα σημείο που δεν ξέρεις τι γίνεται. Δεν μπορείς να προσδιορίζεις το συναίσθημα λύπη; θυμός; απογοήτευση; Τι σκατά γίνεται; Κάνεις συνεχώς λάθη. Λάθη πάνω στα λάθη. Πέφτεις σε

Ας είμαστε ειλικρινείς

Ας είμαστε ειλικρινείς, ποτέ δεν θα είμαστε μαζί. Όσο και αν το θέλει η ψυχή μας οι δρόμοι μας χαράχτηκαν. Θα πρέπει να αρκεστούμε στις αγκαλιές καλωσορίσματος στην ομιλία των

Θα έκανες το ταξίδι;

Σκέψου να μπορούσες να στρέψεις πίσω το ρολόι τα λάθη σου να διορθώσεις τους ανθρώπους που πλήγωσες με πράξεις να δείξεις πως μετανιώνεις την αγάπη που έχασες και ψάχνεις να

Της εξήγησα

Της εξήγησα, όσο απλά μπορούσα. Δεν είναι κάτι ερωτικό είναι πιο βαθύ. Έχει τις ρίζες του στα έγκατα της ψυχής μου. Δεν μπορώ να το αποτυπώσω με λέξεις γιατί ακόμα

Πως να ‘ναι άραγε;

Ψες, μπήκα για χιλιοστή φορά να ακούσω μουσική που άκουγα μικρός ή καλύτερα μουσική που δεν ακούω ιδιαίτερα πλέον. Αυτό για μένα είναι ένα πνευματικό ταξίδι στο παρελθόν. Θυμάμαι πρόσωπα,

Το ξέρω

Το ξέρω ότι ξέρεις το ξέρω… νιώθω τι νιώθεις να το ξέρεις. Μια αύρα ένας ρίγος μια κάψα όλα μα όλα τα νιώθω. Όσο και αν πιστεύεις πως διαφέρουμε τόσο

Μου’ πε

Μου’ πε μην φοβάσαι όλα θα παν’ καλά και από τότε όλα πηγαίνουν κατά διαόλου. Ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός μα όσο περνούσε ο χρόνος τόσο μου γαμούσε την

Για να πω πως έρκουνται Χριστούγεννα

Έφευκα που την Λεμεσό τζαι πάεννα έσσω μου, Σκάλα. Εσταμάτησα σε ένα φούρνο να πιάχω ένα καφέ. Πόξω που τον φούρνο εκάθετουν ένας τζαι εσιουμάλιζεν ένα κάττο. Πρέπει να ‘ταν

Πόσο γελοίος μπορεί να είσαι τελικά;

Μπήκα στον παιχνιδότοπο με τα μικρά μου. Τρελή χαρά. Έβγαλαν παπούτσια και έτρεξαν στους περίεργους λαβύρινθους που χάνονται στα χρώματα. Έσκυψα, πήρα τα παπούτσια και πήγα να κάτσω. Μισώ τους

Αναμένοντας στην πόρτα για την δίκη

– Αντιλαμβάνεσαι που βρίσκεσαι; – Ναι. – Πιστεύεις ότι ξέρω τα πάντα για ‘σένα; – Δεν ξέρω. Ίσως. Nα είμαι ειλικρινείς, δεν πιστεύω σε τέτοια. – Ήσουν θρήσκος; – Κάποτε

Απλά δεν πίστευα

Το πρωί ξυπνούσα, ντυνόμουν με την ησυχία μου έβγαινα έξω περίμενα στην στάση. Τα μικρά, συνήθως κοιμόντουσαν. Κάποτε με έπαιρναν είδηση, ξυπνούσαν. Αυτός, έτρεχε ξοπίσω μου με τραβούσε απ’ τα