Παιδί: Θέλω τη μάνα.
Πατέρας: Επέταξε και στ’ άστρα πάει να ζήσῃ.
Παιδί: Πῶς τόσο μάκρος άρρωστη δυνήθηκε να σχίσῃ;
Πατέρας: Έχουν φτερούγες οι ψυχές.
Παιδί: Γιατὶ δεν τις απλώνει, τότε η δική μας η ψυχή, μην αυτὴ τρέξῃ μόνη;
Πατέρας: Δεν είναι μόνη· γύρω της φτεροκοπούν αγγέλοι.
Παιδί: Αν άγγελό της μ’ ἔλεγε, κοντά της θα με θέλῃ.
Πατέρας: Ω! δίχως κάλεσμα Θεού, ψηλά κανεὶς δὲν πάει.
Κοιμήσου τώρα· ησύχασε.
Παιδί: Και ποιός μου τραγουδάει;
Πατέρας: Εγώ, πουλάκι μου.
Παιδί: Εσὺ κλαῖς.
Πατέρας: Όχι, σ’ εμὲ απιθώσου.
Ζάχαρη νάναι ο ύπνος σου και μέλι τ’ όνειρό σου.
Παιδί: Νυστάζω, από το πλάι μου καθόλου μη σπαράξῃς.
Δος μου το χέρι – σκιάζομαι μήπως κι’ συ πετάξῃς.
Πίνακας: Christine Bell