Μικρά που έμειναν στο Περιθώριο

Charles Baudelaire – Γη της επαγγελίας

Υπάρχει, λένε, μια χώρα υπέροχη, μια γη της επαγγελίας, που ονειρεύομαι να επισκεφθώ με μια παλιά μου φίλη. Χώρα που θα μπορούσαμε ν’ αποκαλέσουμε Ανατολή της Δύσης, και Κίνα της Ευρώπης, έτσι καθώς καλπάζει εκεί η θερμή και παιχνιδιάρα φαντασία, έτσι καθώς με υπομονή και πείσμα την στόλισε με τη σοφή και χαριτωμένη βλάστησή της. Μια αληθινή γη της επαγγελίας, όπου όλα είναι όμορφα, πλούσια, ήσυχα, ευγενικά• όπου η πολυτέλεια αγαπά να καθρεφτίζεται στην τάξη• όπου αναπνέεις τη ζωή, χυμώδη και γλυκιά• όπου η αταξία, η ταραχή και το απρόοπτο δεν έχουν θέση• όπου η ευτυχία παντρεύτηκε την ηρεμία• όπου η ίδια η κουζίνα είναι ποιητική, βαριά και ερεθιστική συνάμα• όπου όλα σας μοιάζουν, ακριβέ μου άγγελε.

Γνωρίζεις αυτήν την εμπύρετη αρρώστεια που μας αρπάζει μέσα στην ψυχρή αθλιότητα, αυτήν τη νοσταλγία της άγνωστης χώρας, αυτήν την αγωνία της περιέργειας; Υπάρχει ένας τόπος που σου μοιάζει, όπου όλα είναι όμορφα, πλούσια, ήσυχα κι ευγενικά, όπου η φαντασία έχτισε και κόσμησε μια Κίνα της Δύσης, όπου αναπνέεις τη ζωή γλυκιά, όπου η ευτυχία παντρεύτηκε την ηρεμία. Εκεί πρέπει να πάμε, εκεί να ζήσουμε, εκεί πρέπει να πάμε να πεθάνουμε!

Ναι, εκεί πρέπει να πάμε ν’ αναπνεύσουμε, να ονειρευτούμε, και να μεγαλώσουμε τις ώρες με των αισθήσεων το άπειρο. Κάποιος μουσικός έγραφε την Πρόσκληση σε βαλς• ποιος θα συνθέσει την Πρόσκληση σε ταξίδι, που θα προσφέρουμε στην αγαπημένη γυναίκα, στην διαλεγμένη αδελφή;

Ναι, μέσα σ’ αυτήν την ατμόσφαιρα η ζωή θα ήταν ευχάριστη, – εκεί πέρα, όπου οι ώρες κυλούν πιο άγρια και είναι γεμάτες σκέψεις, όπου τα ρολόγια σημαίνουν την ευτυχία με μια επισημότητα πιο βαθιά και πιο ουσιαστική.

Πάνω σε στιλπνές επιφάνειες, πάνω σε επιχρυσωμένα δέρματα μελαγχολικού πλούτου, ζούνε διακριτικά ζωγραφιές μακάριες, ήρεμες και ουσιαστικές, σαν τις ψυχές των καλλιτεχνών που τις δημιούργησαν. Οι δύοντες ήλιοι, που χρωματίζουν τόσο πλούσια την τραπεζαρία ή το σαλόνι, ρίχνουν ένα μαλακό φως μέσα από ωραία υφάσματα ή μέσα από αυτά τα ψηλά καλοδουλεμένα παράθυρα, που ο μόλυβδος χωρίζει σε πολλά τμήματα. Τα έπιπλα είναι πολύ μεγάλα, περίεργα, ακαθόριστα, ενισχυμένα με κλειδαριές και μυστικά σαν τις εκλεπτυσμένες ψυχές. Οι καθρέφτες, τα μέταλλα, τα υφάσματα, τα ασημικά και η φαγέντσια παίζουν για τα μάτια μια συμφωνία σιωπηλή και μυστηριώδη• και από κάθε αντικείμενο, από κάθε γωνιά, από τις χαραμάδες των συρταριών κι από των υφασμάτων τις πτυχές, ξεχύνεται ένα μοναδικό άρωμα, μια νοσταλγία για την Σουμάτρα, που μοιάζει σαν να είναι η ψυχή του σπιτιού.

Μια αληθινή γη της επαγγελίας, σου λέω, όπου όλα είναι πλούσια, καθαρά και στιλπνά, όπως μια ωραία συνείδηση, όπως τα πολυτελή κουζινικά, όπως τα αστραφτερά ασημικά, όπως τα ποικιλόχρωμα κοσμήματα! Όλοι του κόσμου οι θησαυροί ρέουν εκεί, όπως στο σπίτι ενός φιλόπονου ανθρώπου που πρόσφερε λαμπρές υπηρεσίες στον κόσμο ολόκληρο. Χώρα παράξενη, ανώτερη απ’ τις άλλες, όπως η τέχνη είναι ανώτερη απ’ τη Φύση, που την αναμορφώνει με τ’ όνειρο, που την διορθώνει και την ομορφαίνει και την μετουσιώνει.

Ας ψάχνουν, ας ψάχνουν ακόμη, ας διευρύνουν αδιάκοπα τα όρια της ευτυχίας τους αυτοί οι αλχημιστές της κηπουρικής! Ας προσφέρουν έπαθλα, εξήντα και εκατό φλορίνια, γι’ αυτόν που θα επιλύσει τα φιλόδοξα προβλήματά τους! Εγώ, βρήκα την μαύρη τουλίπα μου και τη γαλάζια ντάλια μου.

Άνθος ασύγκριτο, τουλίπα που σε ξαναβρήκα, ντάλια αλληγορική, σ’ αυτήν την όμορφη, την τόσο ήρεμη και ονειροπόλα χώρα, εκεί δεν θα έπρεπε να πάμε να ζήσουμε και να πεθάνουμε; Δεν θα έβρισκες εκεί την αναλογία σου, δεν θα μπορούσες να καθρεφτίζεσαι, για να μιλήσουμε όπως οι μυστικιστές, μέσα στην ίδια την αντιστοιχία σου;

Όνειρα! Πάντα όνειρα! Και όσο πιο φιλόδοξη κι ευαίσθητη είναι μια ψυχή, τόσο απομακρύνονται από την πραγματικότητα τα όνειρά της. Μέσα του, ο κάθε άνθρωπος κουβαλά τη δόση του από φυσικό όπιο, που ακατάπαυστα εκκρίνεται και ανανεώνεται; από τη γέννηση ως το θάνατο, πόσες να είναι οι ώρες που ζούμε γεμάτες θετική απόλαυση, γεμάτες πράξεις επιτυχείς και αποφασισμένες; Θα ζήσουμε ποτέ, θα περάσουμε ποτέ μέσα σ’ αυτόν τον πίνακα που ζωγράφισε το πνεύμα μου, σ’ αυτόν τον πίνακα που σου μοιάζει;

Αυτοί οι θησαυροί, αυτά τα έπιπλα, αυτή η πολυτέλεια, αυτή η τάξη, αυτά τα αρώματα, αυτά τα θαυμάσια λουλούδια, είσαι εσύ. Εσύ είσαι αυτοί οι μεγάλοι ποταμοί και αυτά τα ήσυχα κανάλια. Αυτά τα μεγάλα καράβια που πλέουν εκεί φορτωμένα με πλούτη κι απ’ όπου ανεβαίνουν τα μονότονα τραγούδια της μανούβρας, είναι οι σκέψεις μου που κοιμούνται ή κυλούν πάνω στα στήθη σου. Τα οδηγείς απαλά προς την θάλασσα που είναι το Άπειρο, και στη διαύγεια της ωραίας ψυχής σου αντανακλώνται τα βάθη τ’ ουρανού• και όταν, κουρασμένα από τις φουρτούνες και παραγεμισμένα με της Ανατολής τα προϊόντα, γυρνούν στο γενέθλιο λιμάνι, είναι πάλι οι σκέψεις μου που εμπλουτισμένες επιστρέφουν από το Άπειρο σ’ εσένα.

 

Περιλαμβάνεται στη συλλογή διηγημάτων Le Spleen de Paris

Μετάφραση: Στ. Βαρβαρούσης.

Δημοσιεύτηκε στο Φονικό Κουνέλι.

Πίνακας: Sabine Maffre

Άμα γουστάρεις, ακολούθησε το Περιθώριο στο Google News

Leave a Reply

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.