Αγαπημένοι μου άνθρωποι,
Λέτε πως δε μιλώ πολύ τον τελευταίο καιρό
Εγώ σας απαντώ
Μπορεί να περάσει μια μέρα που να μη μιλήσουμε για λεφτά;
Μπορεί να περάσει μια μέρα που να μη μιλήσουμε
για δυστυχήματα, για διαφθορά, για πολιτική,
Μπορεί να περάσει έστω μια μέρα που,
που να μη μιλήσουμε για πόλεμο, για θάνατο;
Ω ναι, τον θάνατο όλοι στο στόμα έχουμε, κι ας μιλάμε για μόδα,
για αυτοκίνητα, για παιδικά παιχνίδια και για κάθε λογής αξεσουάρ.
Ο θάνατος καραδοκεί στις παύσεις μας,
Στις καύσεις μας,
Στα πετρόκτιστα σπίτια που έμειναν μισοτελειωμένα,
Στις βελούδινες κορδέλες που ξεχωρίζουν την είσοδο από την έξοδο
στις πολυτελείς δεξιώσεις.
Η βενζίνη μεθυστικά μυρίζει θάνατο.
Ο παππούς στον δρόμο κράτα ένα μπαστούνι μήπως τον φοβερίσει.
Το μωρό που κλαίει γοερά, κλαίει γιατί ακούει συνέχεια θάνατο.
Οι τυμπανοκρουσίες στις εθνικές παρελάσεις βογκούν θὰ να τος –
θά να τος !
Οι ειδήσεις μιλάνε για θάνατο άμεσα
Κι ύστερα στα αθλητικά και στον καιρό, πάλι για θάνατο μιλούν
42 βαθμούς θάνατο θα κάνει σήμερα, κι ας τρέχουμε όλοι στις παραλίες
Τα βουνά θα ασπρίζουν με 30 πόντους θάνατο
6 μποφόρ θάνατο θα φυσάει όλη μέρα
κι η θάλασσα θα είναι λίγο ταραγμένη
με τόσο θάνατο γύρω της να την περικλείει ασφυκτικά!
Λέτε πως δεν μιλάω πολύ τελευταία.
Ίσως υπερβάλλω.
Ίσως είναι που έχασα και τη μάνα μου
Και χόρτασα
Χόρτασα θάνατο.
Μα η αγελάδα που ξυπνά βίαια το πρωί
Που καλωδιώνεται για να προσφέρει γάλα στους καφέδες σας,
Βούτυρο στα ψωμιά σας
Το γουρούνι που φορτώνεται πρωί πρωί στο συνωστισμένο
από τους ομοίους του φορτηγό
Η υπηρέτρια που έμαθε σχετικά εύκολα να σας ανάβει τα κάρβουνα
Ο πρόσφυγας στη βάρκα που αρμενίζει προς τη χώρα των προσφύγων
που δεν τον θέλουν
Κι η τελευταία λέξη της προσευχής του κάθε εργάτη
πριν πάει για ύπνο
Συνηγορούν υπέρ εμού
Συνηγορούν για τη σιωπή μου
Μπροστά στον εκκωφαντικό θόρυβο
Του θανάτου.
Φωτογραφία: Antonio Palmerini