Κύριε, είμαι ένας άθεος! Και είμαι αδερφός
του χαρτοπαίχτη, του μπεκρή. Και σάρκα έχω και αίμα.
Κι όπως εχώρισες εσύ τα σκότη από το φως
έτσι χωρίζω κι αγαπώ-απ΄ το σωστό-το ψέμα.
Το κρίμα θέλω! Είνʼ όμορφη η αμαρτία. Πολύ
εσύ με θέλησες αγνόν-δεν είμαι, οι άλλοι, οι άλλοι,
οι εκπεσμένοι, οι αμαρτωλοί. Οι μούργοι-κι είνʼ πολλοί-
τι τάχα λεν; κι είναι αδερφοί. Τι ξέρουν; Κι είν ʽμεγάλοι.
Και είμαι, Κύριε, άθεος. Και το κακό αγαπώ.
Κι εμέ μʼ αρέσει η ζαβολιά, η γυναίκα του κοντά μου,
τόσο, που ακόμα το φονιά-ανάγκη να το πω;-
τον έχεις κάμει όμοιον μου κι οστό απʼ τα οστά μου.
Κι είμʼ άθεος! Καρδίας συ που ετάζεις και νεφρούς,
πρόσεχε: αγαπώ πολύ τα «πλήθη αμαρτιών μου».
Συ που νεφέλας ανιστάς και ξαναζείς νεκρούς,
-στʼ άνθισμα είμαι των παθών-τα αίσχη πλήθυνόν μου!…
Πίνακας: Donatella Marraoni
Pingback