Κάθε ποὺ πέφτει ἐπικίνδυνα τὸ βράδυ,
ξυπνάει ἡ φωνή σου μέσα μου καὶ μὲ ρημάζει ˙
κι ὅταν ἡ νύχτα ὅλες τὶς γλυκιὲς εἰκόνες διώχνει,
προβάλλει ἐντός μου ἡ βρώμικη ὀμορφιά σου
καὶ σβήνει ἀπὸ τὰ μάτια μου τὴ λάμψη τοῦ Θεοῦ.
Καὶ τότε δίνομαι στὸ ἔγκλημα τῆς μοναξιᾶς,
ποὺ χρόνια τώρα μέσα μου τὸ ἑτοιμάζω,
καὶ πιὰ δὲν ἔχει οὐράνιο φεγγοβόλημα,
δὲν ἔχει πιὰ παιδικὲς χορωδίες,
μονάχα μιὰ προσπάθεια γιὰ σπασμούς,
νυχτερινὰ χαρτονομίσματα τσαλακωμένα.