[…] φροϋδισμός του είναι απροκάλυπτος κι ο ερωτισμός του επιπόλαιος. Δεν είναι ν’ απορεί κανείς που η παράσταση αυτού του δράματος στάθηκε αφορμή για να εκπαραθυρωθεί το συγκρότημα από το Whiskey-A-Go-Go. Ο τίτλος του, (Το τέλος) είναι αόριστα αποκαλυπτικός αλλά κανείς δεν ξέρει ακριβώς τι είναι αυτό που τελειώνει: η ζωή η ίδια, ένα ταξίδι με ναρκωτικά, μια σεξουαλική συνεύρεση, η αθωότητα, ή όλα μαζί ή τίποτα απ’ αυτά. Για το καθένα υπάρχουν νύξεις σε διαφορετικά σημεία των στίχων: για τα δύο πρώτα υπάρχουν οι προτροπές του Μόρρισον “σκότωσε, σκότωσε, σκότωσε γάμησε, γάμησε, γάμησε”, ενώ για το τρίτο η οιδιπόδεια συζήτηση που καταγράφεται για το τέλος. Για το τελευταίο, η ψυχολογική ένταση επιτυγχάνεται με τις εικόνες των φιδιών και των λιμνών, των δολοφόνων και της αρχαίας στοάς. Ίσως να μοιάζει ελαφρώς μετεφηβικό, αλλά ο Μόρρισον τα καταφέρνει μια χαρά.
“Έλα γλυκεία μου, δοκίμασε την τύχη σου μαζί μας” παρακινούσε ο Μόρρισον για μια διαδρομή στο υποσυνείδητο και τη λήθη, στην αυτογνωσία και στους μυθικούς τρόμους, στους αδελφούς, τις αδελφές τους πατέρες και τις μητέρες που γαμιούνται και σκοτώνονται.
Ίσως το “The End” να είναι καλύτερο ως μουσική παρά ως ποίηση, καλύτερο ως θέατρο παρά ως μουσική, μια άμορφη μάζα απ’ όπου ο Μόρρισον, κινητοποιημένος από την ιδιοτροπία του για μια ερμηνεία χωρίς προηγούμενο, μπορούσε να οικοδομήσει ένα σενάριο που θα επιδεχόταν πολλές ερμηνείες αλλά που θ’ άφηνε και περιθώριο για αυθαιρεσίες.
Pichaske David
“Ποίηση του ροκ”