Μικρά που έμειναν στο Περιθώριο

Tag: Ποιήση

Κωνσταντῖνος Καβάφης – Che fece …. il gran rifiuto

Σὲ μερικοὺς ἀνθρώπους ἔρχεται μιὰ μέρα ποῦ πρέπει τὸ μεγάλο Ναὶ ἢ τὸ μεγάλο τὸ Ὄχι νὰ ποῦνε. Φανερώνεται ἀμέσως ὅποιος τὤχει ἕτοιμο μέσα του τὸ Ναί, καὶ λέγοντάς το

Κορνηλία Καδόγλου – Συμφιλίωση

Έλα να λυπηθούμε τους εαυτούς μας να θυμηθούμε πως πλούσιοι ήμασταν μα τώρα διακονιάρηδες που ανταλλάσσουν κέρματα συμπόνοιας γίναμε. Έλα να συγχωρέσουμε τους εαυτούς μας η αλαζονεία που κάποτε κάλπαζε

Γιάννης Ρίτσος – Εἶναι ὁρισμένοι στίχοι

Εἶναι ὁρισμένοι στίχοι-κάποτε ὁλόκληρα ποιήματα- ποὺ μήτε ἐγὼ δὲν ξέρω τί σημαίνουν. Αὐτὸ ποὺ δὲν ξέρω ἀκόμη μὲ κρατάει. Κι ἐσὺ ἔχεις δίκιο νὰ ρωτᾷς. Μὴ μὲ ρωτᾷς. Δὲν ξέρω

Παύλος Σιδηρόπουλος – Μη μου μιλάς για τίποτα

Μη μου μιλάς για κόλαση την έχω ζήσει όλη μην μου μιλάς για ουρανούς για θειο περιβόλι Μη μου μιλάς για τα παιδιά που ψάχνουνε στους δρόμους σαν τους αλήτες

Χριστίνα Παρασχά – Να μάθεις να φεύγεις

Από την ασφάλεια τρύπιων αγκαλιών. Από χειραψίες που σε στοιχειώνουν. Από την ανάμνηση μιας κάλπικης ευτυχίας. Να φεύγεις! Αθόρυβα, σιωπηλά, χωρίς κραυγές, μακρόσυρτους αποχαιρετισμούς. Να μην παίρνεις τίποτα μαζί, ούτε

Κατερίνα Γώγου – Η ελευθερία μου

Η ελευθερία μου είναι στις σόλες των αλήτικων παπουτσιών μου. Φέρνω τον κόσμο άνω κάτω. Μπορώ να σεργιανίσω ότι ώρα μου γουστάρει. Π.χ. την ώρα που βάζετε τις μασέλες σας

Νίκος Γκάτσος – Έλα σε μένα

Αν κουραστείς απ’ τους ανθρώπους κι είν’ όλα γύρω γκρεμισμένα, μην πας ταξίδι σ’ άλλους τόπους έλα σε μένα, έλα σε μένα. Κι αν πέσει απάνω σου το βράδυ με

Κώστας Καρυωτάκης – Θέλω νὰ φύγω πιά…

Θέλω νὰ φύγω πιὰ ἀπὸ δῶ, θέλω νὰ φύγω πέρα, σὲ κάποιο τόπο ἀγνώριστο καὶ νέο, θέλω νὰ γίνω μία χρυσὴ σκόνη μὲς στὸν αἰθέρα, ἁπλὸ στοιχεῖο, ἐλεύθερο, γενναῖο. Σὰν

Boris Vian – Αν έβρεχε δάκρυα

Αν έβρεχε δάκρυα Όταν πεθαίνει μιʼ αγάπη Αν έβρεχε δάκρυα Όταν βαραίνουν οι καρδιές Σʼ ολόκληρη τη γη Για ένα σαραντάμερο Δάκρυα πικρά Θα πνίγανε τους πύργους Αν έβρεχε δάκρυα

Νίκος Σιδέλικ – Στεφάνι από φυλλωσιά

Αν τα σεντόνια, το στρώμα κι οι τάβλες ΑΝΑΣΑΙΝΑΝ –κύκλωναν το κορμί μου– ίσως να ένιωθα λίγο καλύτερα. Η μη συντροφιά, η μη αγκαλιά, το μη κουράγιο. Σκατά, πώς να

Ναπολέων Λαπαθιώτης – Κούραση

Εἶμαι τόσο κουρασμένος ἀπ᾿ τὰ λόγια τὰ ῾πωμένα κι ἀπ᾿ τὰ λόγια ποὺ θὰ ποῦμε κι ἀπ᾿ τοὺς ἄλλους κι ἀπὸ μένα κι ἀπ᾿ τὸ κάλεσμα τοῦ στίχου, μὲ τὸ

Λεύκιος Ζαφειρίου – 15.7.1974

Οι νεκροί βρομούσαν από ʼνα μίλι μακριά, ήταν ανελέητο το τελευταίο καλοκαίρι – τρυπούσε τους ίσκιους των δέντρων τις στέγες των σπιτιών. Φριχτό καλοκαίρι για τους ανθρώπους μπάσαν τους νεκρούς