Οι περισσότεροι τη θυμόμαστε σαν ένα γλυκό παιδικό παραμύθι, ένα κορίτσι με κόκκινη κάπα, ένας κακός λύκος και ένα ευτυχισμένο τέλος. Όμως πίσω από τη Κοκκινοσκουφίτσα, κρύβεται μια ιστορία που δεν γράφτηκε ποτέ για παιδιά.
Η πρώτη εκδοχή της ιστορίας, όπως αποκάλυψε ο ανθρωπολόγος Jamie Tehrani σε μελέτη του στο PLOS One, εντοπίζεται πριν από 3.000 χρόνια, πολύ πριν τους αδελφούς Γκριμ ή τον Charles Perrault. Στην αρχαία Γαλλία και Ιταλία, το παραμύθι λεγόταν Η Ψεύτικη Γιαγιά, και δεν είχε σωτηρία: το κορίτσι εξαπατάται, τρώει κρέας και κρασί που ανήκουν στη γιαγιά της, και στο τέλος καταβροχθίζεται από το θηρίο. Δεν υπάρχει ξυλοκόπος, δεν υπάρχει σωτηρία, μόνο προειδοποίηση.
Σύμφωνα με τον Jack Zipes, κορυφαίο μελετητή των παραμυθιών, η εκδοχή του Perrault τον 17ο αιώνα ήταν εσκεμμένα ηθικοδιδακτική. Ήθελε να προειδοποιήσει τις νεαρές γυναίκες της εποχής να αποφεύγουν τους «λύκους», δηλαδή τους άνδρες που παρουσιάζονται ευγενικοί, αλλά κρύβουν σκοτεινές προθέσεις. Το κόκκινο χρώμα της κάπας δεν ήταν τυχαίο· συμβόλιζε τη σεξουαλική αφύπνιση, την απειλή και την αθωότητα που χάνεται.
Αργότερα, οι αδελφοί Γκριμ μαλάκωσαν το μήνυμα, προσθέτοντας τον σωτήρα-άνδρα, τον ξυλοκόπο. Όμως, όπως σημειώνει η Charlotte Vela, το παραμύθι δεν σταμάτησε ποτέ να λειτουργεί ως σύμβολο της βίας κατά των γυναικών και της πάλης ανάμεσα στην αθωότητα και την απειλή.
Η πιο πρόσφατη ανάλυση της Sara G. Pellicer, δείχνει πώς η Κοκκινοσκουφίτσα μεταμορφώθηκε από ένα συμβολικό αφήγημα ενηλικίωσης σε κυριολεκτική παιδική ιστορία, χάνοντας τον τρόμο, αλλά και την αλήθεια της.
Από την Ευρώπη ως την Κίνα, όπου το τέρας γίνεται τίγρης στη Γιαγιά Τίγρη, το παραμύθι συνέχισε να εξελίσσεται, κουβαλώντας όμως πάντα το ίδιο μήνυμα… ο «λύκος» δεν είναι πάντα αυτός που φαίνεται.
Καλλιτέχνης: Jessie Willcox Smith

