Μικρά που έμειναν στο Περιθώριο

Ο μυστήριος θάνατος της Μαρίας Πολυδούρη και η πρόβλεψη της ίδιας

Την αυγή της 29ης Απριλιού 1930, σε ηλικία είκοσι οχτώ χρονών η Μαρία Πολυδούρη πεθαίνει στην κλινική Χρηστομάνου.

Μεταφέρθηκε εκεί, λίγο πριν ξεψυχήσει, με έξοδα του πρώην αρραβωνιαστικού της Αριστοτέλη Γεωργίου και όχι του Άγγελου Σικελιανού όπως ξέραμε για χρόνια. Προσπάθησαν να κάνουν και έρανο για την θεραπεία της όμως η ίδια το είχε απαγορεύσει.

Ο θάνατος της αποτελεί μυστήριο. Οι πιο πολλοί πιστεύουν ότι αυτοκτόνησε. Ίσως ήθελε να ακολουθήσει τον δρόμο του αγαπημένου της Καρυωτάκη.

Το μοναδικό στοιχείο για την υποβοηθούμενη αυτοκτονία είναι η μαρτυρία που βρίσκεται στο βιβλίο της Λίλης Ζωγράφου, «Κώστας Καρυωτάκης, Μαρία Πολυδούρη και η αρχή της αμφισβήτηση» όπου η αδερφή της Μαρίας, Βιργινία εξομολογήθηκε «Κάποιος μεσολάβησε, για να διευκολύνει την αυτοκτονία της Πολυδούρη. Τ’ όνομά του δε θα το μάθουμε ποτέ. Ούτε και χρειάζεται. Εξάλλου δεν ζει πιά ούτ’ αυτός.»

Αυτό που της χορηγήθηκε, σύμφωνα με την συγγραφέα είναι μορφίνη διότι μπορεί να προκαλέσει το θάνατο σε προχωρημένη φυματίωση.

Στο συγκεκριμένο βιβλίο αναφέρει με μυθοπλαστική δεινότητα το τέλος της Πολυδούρη.

«Λίγες μέρες αργότερα, στις 28 του Απρίλη, η Μαρία, με φωνή που μόλις ακουότανε από τη βραχνάδα, αποχαιρέτησε την αδελφή της Βιργινία, όπως κάθε βράδυ. Κοντά της έμεινε ο πιστός κι αφοσιωμένος φίλος με το πρόσχημα πως θα της κρατούσε για λίγο ακόμη συντροφιά. Από καιρό είχαν συνεννοηθεί οι δυο τους. Πως όταν θα ‘φτανε το τέλος, που θα ‘ταν οδυνηρό και βασανιστικό, εκείνος δε θα την άφηνε να υποφέρει. “Με το να το παρατείνουμε” του ‘χε πει, “το ξέρεις καλά πως δε θα εμποδίσουμε το θάνατο. Μόνον εσύ, που μ’ αγαπάς τόσο, θα καταλάβεις πόσο θα με ανακουφίσεις, όταν θα αισθανθώ πως η προθεσμία έληξε”. Και του ‘δειξε τις ενέσεις μορφίνης που φύλαγε στο βάθος του συρταριού. Ο Α. της το υποσχέθηκε, χωρίς να πιστεύει ίσως πως θα ‘ρχόταν πράγματι κείνη η ώρα κάποτε. Και να που έφτασε, η νύχτα της 28 του Απρίλη. Ο Α δεν ήταν διανοούμενος ούτε και είχε κανένα δεσμό μαζί της. Έτρεφε γι’ αυτήν ένα βουβό πάθος, που η Μαρία γνώριζε και ανεχόταν, γιατί δεν την ενοχλούσε ποτέ. “Κρίμα”, του είπε, μόλις έγιναν οι ενέσεις. “Θα ‘θελα τόσο να σου ανταποδώσω τη μεγάλη αγάπη σου. Μα ήμουνα εγωίστρια, όσο ένιωθα γερή”.

Με το χέρι της μέσ’ το δικό του αποκοιμήθηκε. Ο Α. ακίνητος δίπλα της ρουφούσε την κάθε της ανάσα, ώσπου ο ύπνος της γίνηκε θάνατος. Χάραζε μόλις, σαν χτύπησε την πόρτα της αδελφής της Βιργινίας. Της τα ξομολογήθηκε όλα. “Δεν μπορούσα”, της είπε “να της αρνηθώ τίποτα, ούτε και να τη σκοτώσω”».

Ακόμη και η μαρτυρία της Βιργινίας να είναι ορθή δεν υπάρχει κάτι που μπορεί να το επιβεβαιώσουμε εκτός και αν λάβουμε υπόψη την πρόβλεψη της Πολυδούρη στο ποίημα Σαν πεθάνω.

Θὰ πεθάνω μίαν αὐγούλα μελαγχολικὴ τοῦ Ἀπρίλη,
ὅταν ἀντικρὺ θἀνοίγῃ μέσ᾿ στὴ γάστρα μου δειλὰ
ἕνα ρόδο – μία ζωούλα. Καὶ θὰ μοῦ κλειστοῦν τὰ χείλη
καὶ θὰ μοῦ κλειστοῦν τὰ μάτια μοναχά τους, σιωπηλά.

Θὰ πεθάνω μίαν αὐγούλα θλιβερὴ σὰν τὴν ζωή μου,
ποὺ ἡ δροσιά της, κόμποι δάκρι θὰ κυλάῃ πονετικὸ
στὸ ἅγιο χῶμα ποὺ μὲ ρόδα θὰ στολίζῃ τὴ γιορτή μου,
στὸ ἅγιο χῶμα ποὺ θὰ μοῦ εἶνε κρεβατάκι νεκρικό.

Ὅσα ἀγάπησα στὰ χρόνια τῆς ζωῆς μου θὰ σκορπίσουν
καὶ θἀφανιστοῦν μακριά μου, σύννεφα καλοκαιριοῦ.
Ὅσα μ᾿ ἀγαπῆσαν μόνο θἄρθουν νὰ μὲ χαιρετίσουν
καὶ χλωμὰ θὰ μὲ φιλοῦνε σὰν ἀχτίδες φεγγαριοῦ.

Θὰ πεθάνω μίαν αὐγούλα μελαγχολικὴ τοῦ Ἀπρίλη.
Ἡ στερνὴ πνοή μου θἄρθη νὰ στὸ πῆ καὶ τότε πιά,
ὅση σοῦ ἀπομένει ἀγάπη, θἆναι σὰ θαμπὸ καντύλι
– φτωχὴ θύμηση στοῦ τάφου μου τὴν ἀπολησμονιά.

Άμα γουστάρεις, ακολούθησε το Περιθώριο στο Google News

Leave a Reply

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.