Ήρθε.
Και φώτισε την καταπακτή μου.
Κι’ έγινε φως.
Ήταν ο ουρανός; Δεν ξέρω.
Ένα μόνο ξέρω
Πως έχασα τη γη.
Ήρθε.
Και ξοπίσω της έτρεχαν ξυπόλυτες
Ένα κοπάδι ξέπλεκες ακτίνες
Παίζοντας κρυφτούλι με τους ατμούς.
Ήρθε.
Κι’ έφυγε τρομαγμένη η πίσσα
Σκορπώντας της τα μαύρα της δάκρυα
Ενώ κάτι μεθυσμένοι κορυδαλοί
Ανεβοκατέβαιναν σα σαλτιμπάγκοι.
Ήρθε
Κι’ ένα χελιδόνι
– Καθώς έφευγε για τόπους μακρινούς
Σταμάτησε κι άπλωσε τις φτερούγες του
πα στο σταυρό της κοντινής μας εκκλησίας.
Αγάπη!
Για να ζήσεις ήρθες;
Ή για να σταυρωθείς;
Roberto De Mitri