Επηρεασμένος από τις πεποιθήσεις της φυσιογνωμίας του 19ου αιώνα, ο Guillaume Duchenne de Boulogne θέλησε να αποδείξει πώς οι μύες στο ανθρώπινο πρόσωπο παράγουν εκφράσεις και συνδέονται άμεσα με την ψυχή.
Πίστευε ότι από την ανάγνωση των εκφράσεων μπορούσε να δώσει μια ακριβή απόδοση των συναισθημάτων της ψυχής.
Χρησιμοποιώντας ηλεκτρόδια, με τα οποία προκαλούσε μυϊκές συσπάσεις, κατέγραφε τις παραμορφωμένες εκφράσεις σε μια κάμερα.
Στο πρόσωπο, ο δημιουργός μας, δεν ενδιαφερόταν για τη μηχανική αναγκαιότητα. Ήταν ικανός με τη σοφία του ή – συγχωρέστε μου αυτόν τον τρόπο ομιλίας – να επιδιώξει μια θεϊκή φαντασίωση , να θέσει σε δράση συγκεκριμένους μύες, έναν μόνο ή περισσότερους μύες μαζί, όταν επιθυμούσε τα χαρακτηριστικά σημεία των συναισθημάτων, ακόμη και τα πιο φευγαλέα, να γραφτούν σύντομα στο πρόσωπο του ανθρώπου. Μόλις δημιουργήθηκε αυτή η γλώσσα έκφρασης του προσώπου, αρκούσε να δώσει σε όλα τα ανθρώπινα όντα την ενστικτώδη ικανότητα να εκφράζουν πάντα τα συναισθήματά τους συστέλλοντας τους ίδιους μύες. Αυτό κατέστησε τη γλώσσα καθολική και αμετάβλητη.
Οι φωτογραφίες στο πείραμα ήταν πολύ σημαντικές μιας και θεωρούσε πως η φωτογραφία είναι αληθινή όσο ένας καθρέφτης. Συμβούλευε ότι κοιτάζοντας και τις δύο πλευρές του προσώπου, ταυτόχρονα, θα αποκάλυπτε μόνο έναν απλό μορφασμό έτσι παρότρυνε τον αναγνώστη να εξετάσει κάθε πλευρά ξεχωριστά και με προσοχή. Θεωρούσε πως η κίνηση και η πόζα συμβάλλουν στην έκφραση έτσι ήθελε να φωτογραφίζονται ο κορμός και τα άκρα ώστε να υπάρχει ένα αρμονικό σύνολο.
Δημοσίευσε τα ευρήματά του το 1862, στο βιβλίο Mecanisme de la physionomie Humaine γεγονός που προκάλεσε εντυπώσεις.
Το έργο του ήταν πηγή για τον Charles Darwin για τη μελέτη της γενετική συμπεριφοράς, The Expression of the Emotions in Man and Animals.