Mερικές φορές μου περνάει η υποψία ότι πολλά από τα προβλήματα που μας ταλαιπωρούν -εννοώ την κρίση των αξιών, την παράδοση στην αποπλάνηση της διαφήμισης, την ανάγκη να εμφανιστούμε στην ΤV, την απώλεια της ιστορικής μνήμης, εν πάση περιπτώσει, όλ’ αυτά για τα οποία συχνά παραπονιόμαστε σε στήλες σαν ετούτη οφείλονται στην ατυχή διατύπωση της Διακήρυξης της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας της 4ης Ιουλίου 1776, όπου με μασονική πεποίθηση στις «μεγαλειώδεις και προοδευτικές τύχες», οι συντάκτες όρισαν ότι «αναγνωρίζεται σε όλους τους ανθρώπους το δικαίωμα στη ζωή, στην ελευθερία και στην επιδίωξη της ευτυχίας».
Συχνά ειπώθηκε ότι πρόκειται για την πρώτη διαβεβαίωση, στην ιστορία των θεμελιωδών νόμων ενός Κράτους, του δικαιώματος στην ευτυχία, αντί του καθήκοντος της υπακοής ή άλλων παρόμοιων αυστηρών κανόνων, και εκ πρώτης όψεως ήταν πράγματι μια επαναστατική διακήρυξη. Προκάλεσε όμως αμφισημίες για σημειωτικούς, θα έλεγα, λόγους.
Η λογοτεχνία περί ευτυχίας είναι απέραντη, αρχής γενομένη από τον Επίκουρο και ίσως νωρίτερα, αλλά με την κοινή λογική μού φαίνεται ότι κανείς από μας δεν ξέρει τι είναι η ευτυχία. Αν εννοούμε μια μόνιμη κατάσταση, η ιδέα ενός ανθρώπου που είναι ευτυχισμένος σε όλη του τη ζωή, χωρίς αμφιβολίες, πόνους, κρίσεις, μοιάζει ν’ αντιστοιχεί με τη ζωή ενός ηλίθιου ή το πολύ πολύ με κάποιου που ζει απομονωμένος στον κόσμο, χωρίς φιλοδοξίες που να προχωρούν πέρα από μια ζωή δίχως αναταράξεις και μου έρχονται στο νου ο Φιλήμων κι η Βαυκίς. Ακόμα κι αυτοί όμως, πέρα από την ποίηση, κάποια στιγμή αναστάτωσης πρέπει να την έζησαν, αν μη τι άλλο μια γρίπη ή έναν πονόδοντο.
Το ζήτημα είναι ότι η ευτυχία ως απόλυτη πληρότητα, θα ήθελα να πω μέθη, το άγγιγμα του ουρανού με το δάχτυλο, είναι μια κατάσταση φευγαλέα, επεισοδιακή και διαρκεί ελάχιστα: είναι ΐ| χαρά για τη γέννηση ενός παιδιού, για τον αγαπημένο ή την αγαπημένη που ανταποκρίνεται στα συναισθήματά μας, ίσως ο πανηγυρισμός για μια νίκη στο Λόττο, για την επίτευξη ενός στόχου (το Όσκαρ, το κύπελλο του πρωταθλήματος), ακόμα και μια στιγμή στη διάρκεια μιας βόλτας στην εξοχή, αλλά είναι όλα φευγαλέες στιγμές, ύστερα από τις οποίες έρχονται οι στιγμές της δειλίας και του φόβου, του πόνου, της αγωνίας ή τουλάχιστον της ανησυχίας.
Πέραν αυτού, η ιδέα της ευτυχίας μάς κάνει πάντα να σκεφτόμαστε την προσωπική μας ευτυχία, σπανίως αυτή του ανθρώπινου είδους, και μάλιστα συχνά καταλήγουμε να ανησυχούμε , ελάχιστα για την ευτυχία των άλλων, προκειμένου να επιδιώξουμε τη δική μας. Ακόμα και η ευτυχία του έρωτα συχνά συμπίπτει με τη δυστυχία μιας απόρριψης του άλλου, για την οποία ανησυχούμε ελάχιστα, ικανοποιημένοι από την κατάκτησή μας.
Αυτή η ιδέα της ευτυχίας διαπερνά τον κόσμο της διαφήμισης και της κατανάλωσης, όπου κάθε πρόταση εμφανίζεται σαν μια πρόσκληση σε μια ευτυχισμένη ζωή, η κρέμα που θα λειάνει το πρόσωπο, το απορρυπαντικό που επιτέλους βγάζει όλους τους λεκέδες, ο καναπές στη μισή τιμή, το απεριτίφ που θα πιεις μετά τη θύελλα, το κρέας σε κονσέρβα γύρω από το οποίο ενώνεται η ευτυχισμένη οικογένεια, το ωραίο και οικονομικό αυτοκίνητο κι μια σερβιέτα που θα σας επιτρέπει να μπαίνετε στο ασανσέρ χωρίς ν’ ανησυχείτε μήπως ταράξετε την όσφρηση των άλλων.
Σπανίως σκεφτόμαστε την ευτυχία όταν ψηφίζουμε ή όταν στέλνουμε το παιδί μας στο σχολείο, μα μόνον όταν αγοράζουμε πράγματα άχρηστα και νομίζουμε ότι μ αυτόν τον τρόπο ικανοί πιούμε το δικαίωμά μας στην επιδίωξη της ευτυχίας.
Πότε συμβαίνει το αντίθετο, δηλαδή, μιας και δεν είμαστε άκαρδα κτήνη, το να ασχοληθούμε με την ευτυχία του άλλου, Όταν τα ΜΜΕ μας παρουσιάζουν τη δυστυχία των άλλων, νεγράκια που πεθαίνουν από πείνα και τα τρώνε οι μύγες, άρρωστοι από ανίατες ασθένειες, πληθυσμοί που αφανίζονται από τσουνάμι. Τότε είμαστε διατεθειμένοι να δώσουμε τον οβολό μας και, στις καλύτερες περιπτώσεις, να δεσμευτεί το πέντε τοις χιλίοις.
Θα έπρεπε η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας να λέει ότι σε όλους τους ανθρώπους αναγνωρίζεται το δικαίωμα-υποχρέωση να μειώνουν το ποσοστό της δυστυχίας στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης και της δικής τους, κι έτσι πολλοί Αμερικανοί θα καταλάβαιναν ότι δεν πρέπει να αντιτίθενται στις δωρεάν ιατρικές θεραπείες – με τις οποίες αντίθετα διαφωνούν γιατί αυτή η παράξενη ιδέα μοιάζει να θίγει το προσωπικό τους δικαίωμα στην προσωπική τους οικονομική ευτυχία.
Απόσπασμα από το βιβλίο Χρονικά μιας ρευστής κοινωνίας
Μετάφραση: Έφη Καλλιφατίδη
Πίνακας: Ann-95 (Deviantart)