Μπήκα στον παιχνιδότοπο με τα μικρά μου. Τρελή χαρά. Έβγαλαν παπούτσια και έτρεξαν στους περίεργους λαβύρινθους που χάνονται στα χρώματα.
Έσκυψα, πήρα τα παπούτσια και πήγα να κάτσω.
Μισώ τους παιχνιδότοπους. Είμαι άτομο της ηρεμίας. Μισώ τα τσιρίγματα, τις φωνές, τα κλάματα χωρίς λόγο. Δεν μου αρέσει να βγαίνω από το comfort zone.
Παράγγειλα καφέ και σταθερά έπιασα το κινητό. Δεν ξέρω καν γιατί το έπιασα, ξανά.
Δεν πρόλαβα να αναρωτηθώ, “γιατί το έπιασες πάλι το ρημάδι;” και από μπροστά μου πέρασε ένα βρεφικό καρότσι.
Απερίσκεπτα, έσκυψα να δω μέσα. Είχε ένα κατάξανθο παιδάκι με σύνδρομο down.
Ξεροκατάπια και άρχισα να νιώθω περίεργα. Σκέφτηκα πόσο δύσκολο είναι να έχεις ένα παιδάκι με τέτοιες ιδιαιτερότητες. Πόσα τρεχάματα θα πρέπει να κάνεις, καθημερινά.
Κοίταξα να δω τους γονείς του και είδα ένα χαμογελαστό άνθρωπο, γεμάτο ζωή και θέληση που έγνεφε της γυναικά του. “Τι θα πιούμε; Cappuccino ή εσπρεσάκι;”.
Ένιωσα σκατά. Εγώ, που δεν μπορώ λίγη φασαρία.
Πόσο γελοίος μπορεί να είσαι τελικά;
Και τι δεν μπορείς ρε μαλακά δηλαδή; Την χαρά των παιδιών;
Φωτογραφία: Carsten Osterwald