Προσωπικά, δεν έχω τίποτα εναντίον των νεκροταφείων, εκεί κάνω περιπάτους πολύ ευχάριστα, πιο ευχάριστα από αλλού, πιστεύω, όταν είμαι υποχρεωμένος να βγω. Η μυρωδιά των πτωμάτων που ξεχωρίζω καθαρά κάτω απ’ τη μυρωδιά του χόρτου και του χώματος, δεν μού είναι δυσάρεστη. Είναι ίσως πολύ γλυκερή, κάπως επίμονη, αλλά πόσο προτιμότερη απ’ τη μυρωδιά των ζωντανών, της μασχάλης, των ποδιών, του κώλου, τη μυρωδιά της άπλυτης πόσθης και των ξεστρατισμένων ωαρίων. Κι όταν τα υπολείμματα του πατέρα μου συμμετέχουν σ’ αυτή, όσο μικρή και να ‘ναι η συμμετοχή του, λίγο θέλει μου μού ‘ρθουν δάκρυα στα μάτια. Ναι, σαν τόπο περιπάτου, άμα είναι κανείς υποχρεωμένος να βγει, αφήστε μου τα νεκροταφεία και τραβάτε περίπατο, εσείς, στους δημόσιους κήπους ή στην εξοχή. Το σάντουιτς, τη μπανάνα μου, τα τρώω με μεγαλύτερη όρεξη, καθισμένος πάνω σ’ ένα τάφο, κι αν μού ‘ρθει η όρεξη να κατουρήσω, και μού ‘ρχεται συχνά, έχω εκλογή. Ή τριγυρίζω με τα χέρια πίσω στην πλάτη, ανάμεσα στις πέτρες, τα μονοπάτια, τα ισώματα, τις κατηφοριές, και ξεδιαλέγω επιγραφές. Δεν μ’ έχουν ποτέ απογοητεύσει οι επιγραφές, υπάρχουν, πάντα, τρεις ή τέσσερις τόσο για γέλια που πρέπει να στηριχτώ στο σταυρό, στη στήλη ή στον άγγελο, για να μην πέσω. Τη δικιά μου την έχω συνθέσει εδώ και πολύ καιρό και είμαι πάντα ευχαριστημένος γι’ αυτό, αρκετά ευχαριστημένος. Τα άλλα μου γραπτά δεν προλαβαίνουν να στεγνώσουν και ήδη μ’ αηδιάζουν, αλλά ο επιτάφιός μου πάντα μ’ αρέσει. Φωτίζει ένα σημείο της γραμματικής.
*********************************
Σε τέτοιες περιστάσεις κανείς δεν είναι πλέον ο εαυτός του, κι είναι οδυνηρό να μην είσαι πλέον ο εαυτός σου, ακόμα πιο οδυνηρό, αν είναι κάτι τέτοιο δυνατόν, από το να είσαι. Γιατί όταν είσαι γνωρίζεις τι να κάνεις για να γίνεις λιγότερο, όταν όμως δεν είσαι γίνεσαι οποιοσδήποτε, ανεπιστρεπτί. Για μένα αυτό που αποκαλούμε έρωτας μοιάζει μ’ εξορία, με μια κάρτα πότε πότε από την πατρίδα, τούτες τις σκέψεις κάνω απόψε.
*********************************
Τελικά της είπα ότι μέχρι εδώ ήταν. Με ενοχλούσε βαθιά, ακόμη και απούσα. Άλλωστε με ενοχλεί πάντοτε, αλλά με τον ίδιο τρόπο που με ενοχλούν και τα υπόλοιπα. Λοιπόν, δεν θέλετε πλέον να έρχομαι; λέει. Είναι απίστευτο πώς οι άνθρωποι επαναλαμβάνουν αυτό που μόλις τους έχεις πει, σαν να κινδυνεύουν να οδηγηθούν στην πυρά, αν πιστέψουν στ’ αυτιά τους
*********************************
Θα μου χρειάζονταν κι άλλοι έρωτες, ίσως. Αλλά τον έρωτα δεν τον παραγγέλνει κανείς. Αυτό που ονομάζουμε έρωτα, είναι η εξορία με μία καρτ ποστάλ από την πατρίδα πότε πότε, να πως αισθάνομαι τούτο το βράδυ.
Μετάφραση: Αχιλλέας Αλεξάνδρου
Φωτογραφία: Dmitri Kasterine