Έβαλε αρετές και ελαττώματα, ενοχή και αθωότητα, καλές και κακές ιδιότητες στη ζυγαριά γιατί ήθελε πριν δικάσει τον εαυτό του να’ ναι βέβαιος. Όμως τα τάσια της ζυγαριάς, με τέτοια τα βάρη πάνω τους, έμειναν στο ίδιο ύψος.
Καθότι όμως ήθελε πάση θυσία μια ετυμηγορία, έκλεισε τα μάτια του και γύρισε αμέτρητες φορές σε κύκλο γύρω από τη ζυγαριά, πότε στη μία, πότε στην αντίθετη κατεύθυνση, τόση ώρα, ώσπου να μην γνωρίζει πια σε ποιο τάσι ήταν το ένα και σε ποιο το άλλο βάρος. Έπειτα έβαλε την απόφασή του να δικάσει τον εαυτό του πάνω στο ένα απ’ τα τάσια.
Όταν ξανάνοιξε τα μάτια του το ένα απ’ τα τάσια είχε βεβαίως κατέβει, ήταν όμως αδύνατο πια να διακρίνει κανείς ποιο απ’ αυτά: το τάσι της ενοχής ή το τάσι της αθωότητας.
Αυτό τον εξόργισε, αρνήθηκε να το εκλάβει ως υπέρ του και καταδίκασε τον εαυτό του, δίχως ωστόσο να κατορθώσει να απαλλαγεί από το αίσθημα ότι ενδεχομένως να είχε και άδικο.
Από τη συλλογή «Αντίφως», περιοδικό Πλανόδιον, τεύχος 28, σ. 589.
Δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα Το 23ο Γράμμα.
Φωτογραφία: Noah Silliman