Ο λόγος που δεν έβλεπα τα πράγματα όπως ήταν, ήταν πως δεν το ‘θελα – επειδή δεν μπορούσα να τα αγαπήσω έτσι όπως ήταν.
Όμως, η πρόκληση δεν ήταν να τα βελτιώνεις στο μυαλό σου, αλλά να βλέπεις κάθε ανθρώπινη αδυναμία – την κακία, το έγκλημα, την αρρώστια, το φθόνο, την αδηφαγία, την επιβίωση χάρη στο θάνατο των άλλων.
Αρχίζεις από κει. Από το γεγονός ότι οι άνθρωποι εν γένει είναι γεμάτοι αποστροφή και τους κοστίζει να κοιτούν ο ένας τον άλλον. Ως επί το πλείστον θέλουν να τους αφήνουν στην ησυχία τους.
Και αναζητούν το φανταστικό, το ανύπαρχτο, όπως έναν θαμμένο θησαυρό κι ακόμα πιο πολύ, καθώς το φανταστικό είναι η τελευταία μεγάλη τους ελπίδα, γιατί μπορούν τότε ν’ αμφιβάλλουν για το αν ό, τι ξέρουν για τον εαυτό τους αληθεύει.
Απόσπασμα από το βιβλίο Οι περιπέτειες του Ώγκι Μαρτς