Μισώ αυτούς εδώ τους βουλευτές.
Όλους, συλλήβδην και μηδενός εξαιρουμένου.
Τα χέρια μου θέλουν να προσγειωθούν στα πρόσωπά τους.
Να τους ραπίσουν σαν έντομα το καλοκαίρι.
Σαν το σφυρί καθώς προσκρούει στον πάγκο εργασίας.
Στην πρώτη σειρά κάθεται εκείνος ο μελαχρινός, η επιτομή της ηλιθιότητας.
Συνώνυμο του τίποτε,
Έχει κλείσει την ίδια του τη μητέρα σε οίκο ευγηρίας, τη βλέπει δυο φορές τον χρόνο
Δεν περιμένω ν’ αγαπήσει ούτε εμένα ούτε τη χώρα αυτή.
Τον μισώ, τον περιφρονώ. Εξοργίζομαι.
Μισώ κι αυτή την κοκκινομάλλα, μια σειρά πιο πάνω
Μοιάζει με φίδι που δεν το θέλουν ούτε οι δικοί του
Βιαιοπραγεί ακόμα και κατά του πατέρα της,
Τον κρατά φυλακισμένο στο πιο σκοτεινό δωμάτιο του σπιτιού.
Ποτέ δεν θα γνωρίσει, η δύσμοιρη, την όμορφη παγίδα της αγάπης,
Τη μισώ, βγάζω φλύκταινες όταν τη βλέπω. Εξοργίζομαι.
Μισώ όλους αυτούς τους βουλευτές.
Μια άλλη με κοιτά κατάματα, θέλω να τη σύρω στις σκάλες.
Έχει δύο πτυχία κι όμως τα γραπτά της βρίθουν από ορθογραφικά
Είναι η ίδια που χτες έβρισε έναν Ρομά, πλήγωσε την ψυχή του, κοντά στη γειτονιά μου.
Τη στρίγγλα αυτή θα την είχαν κάνει κομμάτια τ’ αγρίμια του δάσους.
Τη μισώ, την περιφρονώ. Εξοργίζομαι.
Εκείνον στην τρίτη σειρά, τον καταριέμαι.
Καταψηφίζει τη ζωή, τον θάνατο, τους ανθρώπους που θρηνούν,
Ψηφίζει ενάντια στις μητέρες.
Μ’ ένα μεγάλο ΟΧΙ έχει σφραγίσει ο Θεός κάθε του κίνηση, κάθε του ανάσα.
Δεν περιμένω απ’ αυτόν αγάπη, το σιχαμερό του στόμα είναι γεμάτο σάλια.
Τον μισώ, τον μισώ. Εξοργίζομαι.
Μισώ και κείνη με το ροζ πουκάμισο,
Την πιο ωραία της αγέλης.
Χθες τραυμάτισε με το αμάξι της θανάσιμα μια γιαγιά.
Σ’ ένα τέτοιο κατακάθι ούτε την τύχη σου ούτε τα έξοδα της κηδείας μπορείς να εμπιστευτείς.
Πριν μας σώσει, θα μας έχει πετάξει ήδη στον γκρεμό.
Τη μισώ. Δεν το ξέρει, αλλά τη μισώ. Εξοργίζομαι.
Μισώ όλους αυτούς τους βουλευτές.
Τους μισώ, δεν τρέφω γι’ αυτούς εκτίμηση καμιά.
Ο κοιλαράς στο βάθος της αίθουσας έχει άλλες έγνοιες,
Σκουπίζει θριαμβευτικά τη βρώμικη μύτη του.
Είναι φρικτό ότι ο φασίστας αυτός παίρνει αποφάσεις.
Ότι διαθέτει την ισχύ του ανδρός αλλά και της αποχής.
Θα σκότωνε εμάς τους ονειροπόλους δίχως σταγόνα ελεημοσύνης.
Τον μισώ, με τρελαίνει που είναι βουλευτής. Εξοργίζομαι.
Μισώ τις αφηγήσεις τους, το ανοιγόκλεισμα των ματιών τους
Μισώ ακόμα και την ελάχιστη αγνότητα που κρατούν καλά κλειδωμένη μέσα τους.
Μισώ τις ασυναρτησίες που ξεστομίζουν, τις γιορτές και τις χαρές τους.
Μισώ που σκότωσαν τις ελπίδες μας
Μισώ που δεν σκοτώθηκαν ποτέ οι δικές τους,
Γι’ αυτό και θέλω να τις κομματιάσω, πετώντας τες από τοίχο σε τοίχο.
Μισώ κι αυτή τη νεαρή βουλευτίνα, την αμαθή υποκρίτρια.
Πόσο ανόητη, Θεέ μου! Χωρίς σταλιά ευαισθησίας και οίκτου.
Δεν στάθηκε να βοηθήσει να περάσει τη δύσκολη διασταύρωση
Το παιδί εκείνο στο αναπηρικό καροτσάκι.
Δεν περιμένω να γλυκάνει τη ζωή μας το άχαρο αυτό κουφάρι.
Τη μισώ, τρελαίνομαι όταν τη βλέπω. Νιώθω οργή.
Είμαι βέβαιος ότι μισώ και τον πρώτο όλων τους.
Γλείφει τους πάντες, του τρέχουν τα σάλια, κλαψουρίζει.
Είναι η πιο αποκρουστική μαριονέτα μεταξύ όλων.
Έχει τον λαό για κυρίως πιάτο, τον ξερνά σε χίλια δυο κομμάτια.
Τον μισώ με κάθε μου αίσθηση. Νιώθω οργή.
Μισώ όλους αυτούς τους βουλευτές
Τους μισώ γιατί είναι ελεεινοί
Μισώ τους χορούς τους, τα ρούχα που φοράνε,
Τους μισώ επειδή δεν τους είδα ποτέ να κλαίνε,
Τους μισώ όταν χαχανίζουν, όταν χαμογελούν.
Μετάφραση: Ελεάνα Ζιάκου
Δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα εξιτήριον exitirion.wordpress.com
Πίνακας: Art Hazelwood