Ελευσίνα: ο φίλος μου ο Γκίκας μού δείχνει τα ερείπια στο σκοτάδι, ανάβοντας σπίρτα για να με ξεναγήσει στα μυστηριακά σύμβολα σμιλεμένα σε πέτρες. Το να βρεις την Ελλάδα σκοτεινή στις έξι το απόγευμα είναι ένα από εκείνα τα φαινόμενα που, παρ’ όλες τις ενδείξεις, είναι δύσκολο να τα πιστέψεις. «Στην Ελλάδα δεν νυχτώνει ποτέ» είπε ένας Γάλλος «μόνο η μέρα απουσιάζει». Αυτό μπορεί να είναι αλήθεια για την Ελλάδα θεωρητικά, αλλά δεν είναι αλήθεια για τέτοια μέρη όπως οι Μυκήνες ή η Ελευσίνα. Αντίθετως, στην Ελευσίνα το σκοτάδι είναι πολύ πιο βαθύ από εκείνο που φέρνει η νύχτα. Η Ελευσίνα είναι σαβανωμένη με μια λεπτή μεμβράνη όπως όταν κάποιος είναι ακόμη στη μήτρα της μάνας του και πενθεί. Αυτό το μέρος, μου φαίνεται, επιλέχτηκε για τη μαυρίλα του. Φτάσαμε στην πόλη καθώς έδυε ο ήλιος. Μπήκαμε μέσα με μια γρήγορη, αθόρυβη Πακάρ. Ποτέ δεν υπήρξε ουρανός πιο γεμάτος από χρώματα όπως αυτός. Το φως έσβηνε μέσα σε μια λάμψη από πυρπολημένα λάβαρα. Και μετά ξαφνικά μαυρίλα, πλήρης εκμηδένιση του φωτός. Ένας θάνατος, που θα τον ακολουθήσει η ανάσταση. Ύστερα από τα πιο εξαιρετικά πράσινα χρώματα της δύσης, όλος ο ουρανός έμοιαζε με λίμνη από βρύα που βυθιζόταν, ξαφνικά η μόνη απόχρωση που διακρινόταν ήταν το σκουριασμένο καφετί των φαγωμένων σκαλοπατιών, ένα παλιό καλογερίστικο καφετί, μια μυστηριωδώς γυαλισμένη με κερί πατίνα που διεγείρει τον αμφιβληστροειδή. Τα ερείπια βυθίζονται, όχι μέσα στη νύχτα, αλλά μέσα στο χρόνο, μέσα στο γλιστερό πηγάδι του παρελθόντος απ’ όπου κάθε μέρα το φως προσπαθεί μάταια να τα περισώσει. Ακόμα και ο αρχαιολόγος —ακούραστος βαστάζος καθώς είναι, τυφλοπόντικας, σκουλήκι, γαϊδούρι, σχολαστικός, σκλάβος—, ακόμα κι αυτό το τέρας φαίνεται ότι εδώ παραδέχεται την ήττα του. Το μυστήριο αρνείται να υποχωρήσει στη σκαπάνη και τον χημικό αποστακτήρα. Οι άνθρωποι θα πρέπει να αναπτύξουν άλλα μέσα, άλλα όργανα κατανόησης και οξυδέρκειας. Η Ελευσίνα είναι σπουδαία μέσα στο σκότος της. Ένα μαλακό μεγαλείο, μια ζεστή οικειότητα που εμπνέει, μια ανθρώπινη, εντελώς πολύ ανθρώπινη, αμεσότητα. Είναι η πλήρης αντίθεση με το ινδικό ή θιβετιανό μυστήριο. Συστελλόμενος στις φυσικές του ανθρώπινες διαστάσεις εκείνος ο άνθρωπος δημιούργησε εδώ την ελληνική στάση απέναντι στο μυστήριο. Εδώ αντιλαμβάνεσαι ότι ο ναός του πνεύματος είναι μια κατοικία κατασκευασμένη από τον άνθρωπο.
*Απόσπασμα από το βιβλίο Ο Κολοσσός του Μαρουσιού και πρώτες εντυπώσεις από την Ελλάδα