Όταν πέθανε ο Νάρκισσος, η λίμνη της ηδονής του μετατράπηκε από μια κοιλότητα με γλυκά νερά σε μια κοιλότητα με αλμυρά δάκρυα, και οι Ορειάδες έφτασαν κλαίγοντας μέσα από τα δάση για να τραγουδήσουν στη λίμνη και να την παρηγορήσουν.
Κι όταν είδαν ότι η λίμνη είχε μετατραπεί από μια κοιλότητα με γλυκά νερά σε μια κοιλότητα με αλμυρά δάκρυα, χαλάρωσαν τους πράσινους βοστρύχους των μαλλιών τους και κραύγασαν και είπαν στη λίμνη: «Δεν μας ξαφνιάζει που πενθείς έτσι τον Νάρκισσο, τόσο όμορφος που ήταν».
«Μα ήταν όμορφος ο Νάρκισσος;» είπε η λίμνη.
«Ποιος το ξέρει αυτό καλύτερα από σένα;» απάντησαν οι Ορειάδες. «Πέρναγε συνέχεια από μπροστά μας αλλά εσένα έψαχνε, και ξάπλωνε στις όχθες σου και σε κοιτούσε, και στον καθρέφτη των νερών σου αντανακλούσε την ομορφιά του».
Κι η λίμνη απάντησε: «Εγώ όμως αγαπούσα τον Νάρκισσο γιατί, όσο ήταν ξαπλωμένος στις όχθες μου και με κοιτούσε, στον καθρέφτη των ματιών του έβλεπα να αντανακλάται πάντα η δική μου ομορφιά».
Πίνακας: Caravaggio