Να ποια είναι η ζωή, μαμά! Βλέπεις πώς ερεθίζουν τους ανθρώπους, τον έναν ενάντια στον άλλονε! Είτε το θες, είτε δεν το θες, είσαι υποχρεωμένος να χτυπήσεις. Και ποιον; Κάποιον που δεν έχει καθόλου δικαιώματα, όπως κι εσύ, κάποιον ακόμα πιο δυστυχισμένο κι από σένα επειδή είναι ηλίθιος. Οι αστυνομικοί, οι χωροφύλακες, οι χαφιέδες, όλοι τους είναι εχθροί μας, κι όμως είναι κι εκείνοι άνθρωποι σαν κι εμάς. Κι αυτούς τους ίδιους τους εκμεταλλεύονται. Και δε τους λογαριάζουν γι’ ανθρώπους. Κι έτσι έχουνε χωρίσει τους ανθρώπους μεταξύ τους. Τους τύφλωσαν με τη βλακεία και το φόβο, τους δέσανε χειροπόδαρα, τους καταπιέζουν και τους εκμεταλλεύονται, τους ποδοπατούν και τους χτυπούν, τον έναν με τα χέρια του άλλου. Τους καταντήσανε, τους ανθρώπους όπλα, κοτρώνες και ραβδιά, κι αυτό το λεν πολιτισμό. Είναι η Κυβέρνηση, το Κράτος…
Πήγε κοντά στη μητέρα του. Κι είπε:
― Αυτό είναι έγκλημα, μάνα! Μια άγρια δολοφονία, εκατομμυρίων ανθρώπων, ένας φόνος των ψυχών! Καταλαβαίνεις; Τις ψυχές σκοτώνουν! Βλέπεις τη διαφορά ανάμεσα σ’ εμάς και στους εχθρούς μας; Όταν κάποιος από μας χτυπήσει έναν άνθρωπο, ντρέπεται, αηδιάζει, υποφέρει… Οι άλλοι, αντίθετα, δολοφονούν τον κόσμο κατά χιλιάδες ήσυχα-ήσυχα δίχως λύπηση, δίχως ν’ ανατριχιάζουν. Σκοτώνουν με χαρά! Μάλιστα! Με χαρά… Κι έτσι καταπιέζουν όλο τον κόσμο, μόνο και μόνο για να εξασφαλίσουν τα ξύλα στα σπίτια τους, τα έπιπλα, το ασήμι, το χρυσάφι και τα περιττά κουρελόχαρτα, κι όλα κείνα τα ψωροπράματα που τους δίνουν εξουσία πάνω στα διπλανούς τους. Σκέψου, δεν είναι για την ίδια τους την προστασία που σκοτώνουν το λαό και παραμορφώνουν τις ψυχές, δεν είναι για τον εαυτό τους που το κάνουν αυτό, μα για να υπερασπίσουν την ιδιότητα τους.
Ο Πάβελ άρπαξε το χέρι της μητέρας του και το ’σφιξε γέρνοντας κατά το μέρος της: ― Αν μπορούσες να νιώσεις όλη αυτή την ατιμία, αυτή τη βρωμερή σαπίλα… Τότε θα καταλάβαινες πως έχουμε δίκιο… Θα έβλεπες πόσο η ιδεολογία μας είναι μεγάλη κι ωραία!
Η μητέρα σηκώθηκε, κατασυγκινημένη. Ήθελε να μπορούσε να ενώσει την καρδιά της με την καρδιά του γιου της μέσα στην ίδια φλόγα. ― Άκουσε, Πάβελ… Άκουσε! μουρμούρισε λαχανιασμένη. Καταλαβαίνω, το νιώθω… Ακούς!
***************************************************
Το ξέρω πως θα ’ρθει ένας καιρός, που οι άνθρωποι θα θαυμάζουν, ο ένας τον άλλον, όπου καθένας τους θα λάμπει σαν αστέρι στα μάτια του άλλου, όπου όλοι θ’ ακούνε το διπλανό τους σα να ’τανε μουσική η φωνή του.
Θα υπάρχουν άνθρωποι ελεύθεροι στη γη, όλοι θα ’χουν ανοιχτή καρδιά, εξαγνισμένοι από κάθε απληστία και φθόνο.
Και τότε η ζωή δε θα ’ναι πια η ζωή, μα ένας ύμνος στον άνθρωπο, η μορφή του θα πάει ψηλά, γιατί οι ελεύθεροι άνθρωποι μπορούν να φτάσουν όλα τα ύψη!
Θα ζούνε τότε μες στην ελευθερία και στην ισότητα, θα ζούνε για την ομορφιά.
Τότε οι καλύτεροι θα ’ναι εκείνοι που θα μπορούν ν’ αγκαλιάσουν περισσότερο τον κόσμο μέσα στην καρδιά τους, εκείνοι που θα τον αγαπήσουν πιο βαθιά, εκείνοι πού θα ’ναι οι πιο ελεύθεροι… γιατί μέσα σ’ εκείνους θα υπάρχει η περισσότερη ομορφιά!
Τότε η ζωή θα ’ναι μεγάλη και μεγάλοι θα ’ναι εκείνοι που θα τη ζούνε!…
Σώπασε στάθηκε ορθός, κ’ εξακολούθησε με μια φωνή όπου αντιλαλούσε όλη η δύναμή του:
Στο όνομα αυτής της ζωής, είμαι έτοιμος για όλα… θα ξεριζώσω την καρδιά μου, αν χρειάζεται, και θα την ποδοπατήσω χάμω εγώ ο ίδιος.
yorona
June 30, 2021 at 1:48 pm
Υπέροχο απόσπασμα, πολύ δυνατό.Μεγάλος ο Γκόρκι. Το έχω διαβάσει πριν πολλά χρόνια. Ευχαριστώ που μου το θύμισες.
Chris Pinturicchio
June 30, 2021 at 1:53 pm
Να ‘σαι καλά. Ευχαριστώ για το σχόλιο.
Μαρία Μπενετου
July 4, 2021 at 8:15 pm
Τότε ο κόσμος θα είναι μαγευτικος ,η κοινωνία θα είναι ιδεώδηΣ ,πότε άραγε θα έρθει αυτή η ώρα?