Αν αρκούσε μόνο ν’ αγαπάμε, τα πράγματα θα ήταν πιο απλά. Όσο περισσότερο αγαπάμε, τόσο περισσότερο το παράλογο εδραιώνεται. Αν ο Δον Ζουάν αλλάζει συνεχώς γυναίκες, δεν το κάνει από έλλειψη αγάπης. Είναι γελοίο να τον παρουσιάζουμε σαν ένα θεόπνευστο που αναζητά την απόλυτη αγάπη. Αντίθετα, επειδή τις αγαπάει όλες το ίδιο παράφορα και κάθε φορά με όλο του το είναι, επαναλαμβάνει αυτή την προσφορά του εαυτού του κι αυτή την εμβάθυνση της αγάπης του. Κι έτσι, καθεμία από αυτές ελπίζει να του προσφέρει εκείνο που καμία δεν του προσέφερε ποτέ. Κάθε φορά σφάλλουν οικτρά και το μόνο που κατορθώνουν είναι να τον κάνουν να νιώσει την ανάγκη αυτής της επανάληψης. “Μα επιτέλους!” αναφωνεί μια απ’ όλες, “σου έδωσα την αγάπη”. Δεν θα απορήσουμε που ο Δον Ζουάν απαντάει γελώντας: “Επιτέλους; Όχι, αλλά μια ακόμα φορά”. Γιατί θα ‘πρεπε κάποιος ν’ αγαπάει σπάνια για ν’ αγαπάει πολύ;
***************************************
Υπάρχει ένα μονάχα φιλοσοφικό πρόβλημα πραγματικά σοβαρό: η αυτοκτονία. Αν κρίνουμε πως η ζωή αξίζει να τη ζει ή να μην τη ζει κανείς, απαντούμε στο θεμελιώδες ερώτημα της φιλοσοφίας. Τα υπόλοιπα, αν ο κόσμος έχει τρεις διαστάσεις, αν το πνεύμα διαιρείται σε εννιά ή δώδεκα κατηγορίες, έπονται. Είναι παιχνίδια. Πρέπει πρώτα να απαντήσουμε. Κι αν είναι αλήθεια, σύμφωνα με τον Νίτσε, πως για να χαίρει εκτίμησης ένας φιλόσοφος οφείλει να δίνει το παράδειγμα, καταλαβαίνουμε τη σπουδαιότητα τούτης της απάντησης, αφού θα προηγηθεί της μοιραίας πράξης. Πρόκειται εδώ για αλήθειες που τις νιώθει η καρδιά, μα στις οποίες πρέπει ωστόσο να εμβαθύνουμε για να γίνουν κατανοητές από το πνεύμα.»
Αν διερωτηθώ πώς μπορώ να κρίνω ότι το τάδε ερώτημα είναι πιο επιτακτικό από το τάδε άλλο, απαντώ πως αυτό εξαρτάται από τις πράξεις τις οποίες συνεπάγεται.
Αν δεχτούμε ότι η απάντηση στο φιλοσοφικό ερώτημα της αυτοκτονίας μπορεί να οδηγήσει προς την κατεύθυνση της αυτοκτονίας, προκύπτει το εξής:
Δυο βήματα προηγούνται της αυτοκτονίας. Το πρώτο είναι η απάντηση στο φιλοσοφικό ερώτημα της αυτοκτονίας. Το δεύτερο είναι η απόφαση του αν η πράξη μας θα είναι συνέπεια της φιλοσοφικής μας απάντησης. Είναι αυτονόητη όμως αυτή η απόφαση; Η αυτοκτονία είναι μία πράξη μη αναστρέψιμη, ενώ η απάντηση στο φιλοσοφικό ερώτημα της αυτοκτονίας μπορεί να μεταβληθεί με το χρόνο. Είναι λοιπόν αυτονόητο να αποφασίσουμε μία πράξη, η οποία θα μας στερήσει τη δυνατότητα αναθεώρησης της άποψης μας;
Η μη αναστρεψιμότητα της πράξης της αυτοκτονίας, κατά τη γνώμη μου, αποτελεί βασικό κριτήριο για την απόφαση. Το αν είναι πρέπον η πράξη μας να είναι συνέπεια της φιλοσοφικής μας απάντησης είναι και αυτό ένα φιλοσοφικό ερώτημα, το οποίο σε αυτή την περίπτωση είναι εξίσου καθοριστικό για τη μοιραία πράξη.
Επιπλέον, όταν προσπαθούμε να πετύχουμε έναν στόχο, τα μέσα για να τον πετύχουμε γίνονται και αυτά στόχοι. Για να απαντήσουμε στο φιλοσοφικό ερώτημα της αυτοκτονίας χρειάζεται πρώτα να απαντήσουμε σε άλλα φιλοσοφικά ερωτήματα, όπως για παράδειγμα: τι σημαίνει ο θάνατος στον οποίο θα αποφασίσουμε αν θα καταλήξουμε ή όχι; πόσο σημαντικές είναι στη ζωή μας οι διάφορες παράμετροι; Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά λοιπόν, αν χρειάζεται να προηγηθεί, γίνεται πιο επιτακτική.
***********************************
Ο ίδιος ρυθμός του κύκλου: αφύπνιση, συγκοινωνία, τέσσερεις ώρες στο γραφείο δείπνο, ύπνος όλα τούτα Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη Παρασκευή, Σάββατο. Αλλά κάποτε εμφανίζεται ένα γιατί και αρχίζει το ξεκίνημα μιας πλήξης που οδηγεί στην κούραση. Ναι «αρχίζει» αυτό μας ενδιαφέρει γιατί η κούραση φτάνει στο τέρμα μιας ζωής μηχανικής αλλά ταυτόχρονα κινητοποιεί τη συνείδηση, την αφυπνίζει προκαλεί συνέπειες.
Πίνακας: Roberto Ferri.