Στις 23 Απριλίου 1849 ο Fyodor Dostoevsky συνελήφθη μαζί με άλλους προοδευτικούς διανοούμενους που ανήκαν στον κύκλο Petrashevsky.
Ο λόγος ήταν γιατί ο τσάρος, Νικόλαος Α’, φοβόταν πως θα υπονόμευαν την εξουσία του και πιθανός να ξεσπούσαν επανάσταση.
Αν και θα εκτελούνταν, ο τσάρος άλλαξε την ποινή και τους έστειλε σε τετραετή εξορία στο Omsk της Σιβηρίας, σε καταναγκαστικά έργα.
Μόλις του δόθηκε χάρη, έστειλε γράμμα στον αδελφό του Mikhail Dostoevsky.
Όταν αναπολώ το παρελθόν μου και σκέφτομαι πόσο χρόνο έχω χάσει για το τίποτα, πόσο πολύ χρόνο έχω σπαταλήσει ματαιοπονώντας, σε λάθη, τεμπελιά, σε ανικανότητα για να ζήσω – πόσο λίγο εκτιμούσα τη ζωή, πόσες φορές αμάρτησα ενάντια στην καρδιά μου και στην ψυχή μου – τότε η καρδιά μου ματώνει.
Η ζωή είναι ένα δώρο, η ζωή είναι ευτυχία, κάθε λεπτό μπορεί να είναι μια αιωνιότητα ευτυχίας. Δεν είμαι ούτε κακόκεφος ούτε αποκαρδιωμένος. Η ζωή βρίσκεται παντού, η ζωή είναι εντός μας, όχι εκτός μας.
Θα βρίσκομαι ανάμεσα σε ανθρώπινα πλάσματα και θα είμαι ένας άντρας μεταξύ αντρών κι έτσι θα παραμείνω για πάντα, δεν θα αποκαρδιωθώ και δεν θα τα παρατήσω ό,τι κι αν συμβεί – αυτό είναι η ζωή, αυτό είναι το νόημά της, θα το θυμάμαι για πάντα. Αυτή η ιδέα έχει κυριεύσει τη ζωή μου και το αίμα μου.
Στα κάτεργα ο διάσημος συγγραφέας θα περάσει πολύ δύσκολες στιγμές. Σε επιστολή στον αδερφό και πάλι, γράφει.
Το καλοκαίρι ανυπόφορη κλεισούρα, το χειμώνα αβάσταχτο κρύο. Η βρωμιά στο πάτωμα, μία ίντσα πάχος. Θα μπορούσε κάποιος να γλιστρήσει και να πέσει. Είμαστε παστωμένοι σαν τις ρέγγες στο βαρέλι. Από την αυγή έως το σούρουπο ζούμε σαν τα γουρούνια. Ψύλλοι, ψείρες, και κατσαρίδες με το τσουβάλι.
Αφέθηκε ελεύθερος στις 14 Φεβρουαρίου 1854.