Μαζί του είχαν ανέβει για ντουέτο πολλοί. Κανείς όμως μέχρι τότε δεν είχε το σθένος, το εκτόπισμα και το status να παραμείνει ο εαυτός του. Στο χρονοδιάγραμμα μεταξύ μουσικής και χρόνου, υπάρχει ένα κενό, μια και μοναδική παύση, τεσσάρων και κάτι λεπτών, όταν και σταμάτησαν όλα για να συγκρουστούν ειρηνικά δύο σύμπαντα.
Από το 1992 μέχρι και το 2003 ο Luciano Pavarotti διοργάνωσε 10 φιλανθρωπικές συναυλίες με τον τίτλο Pavarotti and friends. Εγχειρήματα συλλογής χρηματικών ποσών, αλλά περισσότερο αφύπνισης και δημιουργίας κλίματος για τις εκάστοτε καταστάσεις. Από το ”Για τα παιδιά της Βοσνίας” του ’95, μέχρι τη Γουατεμάλα, το Κόσσοβο την Ανγκόλα, Τα παιδιά της Λιβερίας και το SOS Iraq.
Οι πρωτοβουλίες αυτές του Pavarotti γνώριζαν μαζικής αποδοχής και προβολής , το οποίο φυσικά βασιζόταν στους ξεχωριστούς καλεσμένους που είχε κάθε φορά. Την αφρόκρεμα του παγκόσμιου μουσικού star system. Από τους Sting, Bryan Adams, Bono/U2 [όχι που θα έλειπε, με το αντιαισθητικό γυαλί και τα δάχτυλα μαγκωμένα α λα σήμα της ειρήνης να χαιρετάει την κάμερα], Elton John & Bon Jovi μέχρι ροκ μύθους όπως οι Deep Purple & Eric Clapton. Από τον βασιλιά B.B. King και τον ομόλογο του Andrea Bocelli, μέχρι Μariah Carey, Enrique Iglesias & Lou Reed. Είναι μερικά μόνο από την πλειάδα ονομάτων που τραγούδησαν μαζί του επί σκηνής για ιερό σκοπό.
Ο Pavarotti, -σε φάση που θύμισε μεταλάδες οπαδοί vs Metallica The Black Album- κατηγορήθηκε από τους enfant gateaux οπαδούς του είδους που υπηρετεί για το γεγονός πως έσμιξε τόσες φορές με τον κόσμο της mainstream μουσικής.
Εκείνος απαντούσε:
“Δεν δέχομαι πως η ταμπέλα pop σημαίνει μη σημαντικό και ευτελές. Όπως και την ταμπέλα classical ως κάτι βαρετό. Υπάρχει μόνο καλή και κακή μουσική”.
Έχω δει πάρα πολλά στιγμιότυπα και τραγούδια από αυτές τις συναυλίες Pavarotti & Friends. Όλοι και όταν λέω όλοι το εννοώ, ήταν -πολύ λογικά- κάπως μαγκωμένοι και σοβαροί. Να είσαι τραγουδιστής και να ανεβαίνεις για ντουέτο με τον Pavarotti, χρειάζεται σπάνια -επιπέδου Kanye West- αλαζονεία για να μην είσαι ταπεινός με σκυμμένο κεφάλι και η σοβαρότερη εκδοχή του εαυτού σου.
Όλοι εκτός από έναν. Τον επίσης συγχωρεμένο ”Νονό της Σόουλ” James Brown. Tου οποίου το status ήταν το μόνο από όλους αυτούς που στεκόταν στο ύψος του πλάι στον μύθο της όπερας. Ο μοναδικός που ήταν πιο άνετος από ποτέ, καθώς δεν είχε να αποδείξει απολύτως τίποτα.
Συνέβη το 2003 στη τελευταία από εκείνες τις συναυλίες.
Δεν είδα τον Pavarotti να κοιτάζει όπως εκείνον κανέναν άλλον. Τον λάτρευε και ήταν γνωστό. Πιστεύω ακράδαντα πως ήταν η μοναδική φορά που η χαρά του Ιταλού τενόρου ήταν ίδια με εκείνη του καλεσμένου.
Το βλέμμα του έμοιαζε με παιδάκι 11 χρονών αν τον έβαζες να ανταλλάξει πάσες με τον Lionel Messi.
Μπορεί ο Brown να μην έχει το φωνητικό μέγεθος πολλών από όσων ανέβηκαν με τον Pavarotti, όμως διάολε κανείς δεν τραγουδάει σαν εκείνον. Καμία μίξη της όπερας με την pop δεν παρέδωσε αυτό το αποτέλεσμα. Δεν χρειαζόταν φωνή σαν της Dion ή τη ”φωνή του θεού” Bocelli. H καλύτερη συνταγή βγήκε με το απόλυτο κοντράστ.
Μια ειρηνική σύγκρουση δύο εκ διαμέτρου αντίθετων κόσμων που σμίξανε για λίγα λεπτά και ο χρόνος σταμάτησε για όλους τους παρευρισκομένους.
Ο χρόνος σταματάει σε κάθε view στο YouTube. Όταν συγκρούονται σύμπαντα δεν υπάρχει χρόνος, δεν υπάρχει ροή. Όλοι, άυλα και υλικά, στέκονται με δέος στη μυσταγωγική αυτή τελετουργία μουσικής ερωτοτροπίας.
Όταν ενώνεις νερό με λάδι και όχι απλά δεν διαχωρίζονται, αλλά δημιουργείται χρυσός. Όταν ο παράδεισος με τη μορφή της φωνής σμίγει με το κολασμένο ερμηνευτικό πάθος. Όταν η πράξη 1+1 βγάζει άπειρο. Διότι το αποτέλεσμα ξεπερνάει μαθηματικά, λογική και συμβατικότητα.
Όταν ο James κραύγαζε, όπως έκανε πάντα, σαν μανιασμένος λύκος σε παράκρουση έκστασης και οδήγησε την κούρσα. Ο Luciano κάθισε στη θέση του συνεπιβάτη, γνέφοντας καταφατικά με δέος…
Κείμενο του Ali Mathloum