Η λέξη προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη στρῆνος, που έχει την έννοια της φιληδονίας, της λαγνείας, της ορμής για συνουσία, του σεξουαλικού πόθου, του δαίμονα που κυριεύει την ψυχή (σχετικά με το σεξ) αλλά και την αλαζονική χλιδή και πολυτέλεια.
Στην Κύπρο την χρησιμοποιούμε με διάφορες έννοιες. Για παράδειγμα:
με την έννοια του ωραίου ντυσίματος